Ξανθικά
Ξανθικά· ἑορτὴ Μακεδόνων, Ξανδικοῦ μηνὸς ἢ Ξανθικοῦ ἀγομένη. ἔστι δὲ καθάρσιον τῶν στρατευμάτων (Ησύχιος)
5ος αι. μ.Χ., Ησύχιος s.v. Ξανθικά
Sturz 1808, 49∙ Hoffmann 1906, 110· Hatzopoulos 1996, 1ος τόμ., 276, 290, 318-320, 326, 34·