Βύττακος

Είδος Ονόματος: 
Ανθρωπωνύμιο
Φύλο: 
Αρσενικό
Χρονολόγηση: 
3ος αι. π.Χ.
Πηγές/τεκμήρια: 

(1) Μακεδονία 217 π.Χ., Πολύβιος 5.79.3 

Συνολικός αριθμός εμφανίσεων (προσώπων) σε όλο το LGPN: 
7
Βιβλιογραφία: 

LGPN IV.  Για γλωσσικά σχόλια βλ. Hoffmann 1906, 225· Kalleris 1954 [1988], 291-292, κ.α. OGIS 254. Για την προσωπογραφία βλ. Jalabert-Mouterde 1959, αρ. 2671· Grainger 1997, αρ.  85· Tataki 1998, 285 αρ. 56.

Σχόλια: 

Ελληνικής προέλευσης μακεδονικό όνομα. Ο Hoffmann (1906, 225) υποστηρίζει ότι το όνομα είναι ελληνικής ετυμολογίας και το αντιπαραβάλλει προς τα Πίττακος, Ἳππακος, Πύρρακος και κατ’ επέκταση προς τα Δεινάκων, Ξενάκων κ.ά. Αν το όνομα θεωρηθεί ελληνικής και όχι αποκλειστικά μακεδονικής προέλευσης, δεδομένου ότι εμφανίζεται και στην Αθήνα (Βύττακος  Πύρρου Λαμπτρεύς), τότε συνδέεται ετυμολογικά με τα Βύτιος και Βουτακίδης. Σε αντίθετη περίπτωση, αν θεωρηθεί αποκλειστικά μακεδονικό, τότε το θέμα βυτ- αποτελεί ηχηροποίηση του φυτ-, όπως αυτό εμφανίζεται στα Ἡρόφυτος, Κλεόφυτος, Φύτων, Φύταλος. Και ο Kalleris (1954 & 1976, 291, 294, 365, 366, 431, 437) υποστηρίζει ότι το όνομα είναι μακεδονικό, φωνητική παραλλαγή (ηχηροποίηση) του *Φύττακος.                               

Πρωιμότερη αναφορά από τη Μακεδονία τον 3ο αι. π.Χ. Τελευταίες αναφορές από τη Βοιωτία τον 1ο αι. π.Χ. Όνομα Μακεδόνα διοικητή στρατιωτικής μονάδας 500 ανδρών στην υπηρεσία του Αντίοχου ΙΙΙ. 

Γεωγραφική διασπορά: