Ονομαστικόν 6.70
καὶ ἡ ματύλλη, Μακεδονικὸν εὕρημα, δίψους ἐγερτικὸν βρῶμα, ᾧ ἐχρῶντο μεσοῦντος τοῦ πότου.
ματύλλη
Αναφορά σε ένα μακεδονικό έδεσμα, την ματύλλην.
Αναφορά σε ένα μακεδονικό έδεσμα, την ματύλλην.