Κτε̄σιφο͂ν (5ος αι. π.Χ., Αθήνα), Κτησιφοντως (γεν., 2ος αι. μ.Χ., Θάσος)
(1) Μακεδονία (Οδομαντική-Σίρρα, σημ. Σέρρες) 2ος-3ος αι. μ.Χ., Δήμιτσας 1896, αρ. 818 (= Καφταντζής 20)