Η λέξη μάγ(ε)ιρος, η οποία είχε αρχικά περιορισμένη γεωγραφική διασπορά, σήμαινε στην αρχή τον ‘θύτη’ (πρβ. δαιτρός στην Αθήνα μέχρι τον Πελοποννησιακό πόλεμο). Συνεπώς, η λέξη πρέπει να αποσυσχετισθεί από τη ρίζα μαγ- ‘πλάθω’, π.χ. μαγεύς ‘πλάστης’, μάσσω ‘πλάθω’, και να συνδεθεί βάσει της σημασίας ‘κόπτω’ με μια άλλη ρίζα μαγ-, η οποία με κριτήριο τη φωνολογία της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η μακεδονική ισοδύναμη της ελληνικής ρίζας μαχ- ‘κόπτω’, π.χ. μάχ-ομαι, μαχ-αίρι. Πιθανοί ομόρριζοι τύποι της ίσως απαντούν σε άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες, ιδίως στην ινδοϊρανική: π.χ. αρχαία περσική magu- ‘μάγος’, η οποία αρχικά σήμαινε ‘θύτης’.
Revue internationale des études balkaniques (RIEB) 1