Το έργο αυτό πραγματεύεται την ελληνικότητα τόσο των Μακεδόνων όσο και της διαλέκτου που μιλούσαν. Συγκεκριμένα, ο Hoffmann μέσα από την κριτική και αντικειμενική εξέταση του λεξιλογίου και των κύριων ονομάτων, καθώς και την εξαντλητική μελέτη των μακεδονικών "γλωσσών" καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μακεδονική ήταν ελληνική διάλεκτος και μάλιστα συγγενής της θεσσαλικής, από την οποία ενδεχομένως δανείστηκε στοιχεία, και όχι από την αττική κοινή ή την ιωνική. Επίσης, για πρώτη φορά επισημαίνεται ως το πιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της μακεδονικής η χρήση των ηχηρών κλειστών στη θέση των άηχων δασέων.