Συνοπτική συζήτηση του συσχετισμού από τον Ησύχιο της μακεδονικής λέξης ἴλαξ (: AE πρῖνος) ‘βελανιδιά, πουρνάρι’ με το συνώνυμο λατινικό ilex (-icis), στη βάση ενός παρόμοιου ζεύγους, δηλ. της μακεδονικής λέξης κίβερροι ή (πιθανότερο) κίκερροι (: AE ὦχροι) ‘είδος λαχανικών, οσπρίων’ με το λατινικό cicer. Η λατινική λέξη ερμηνεύεται ως πιθανό δάνειο από τη μακεδονική ή μια άλλη γλώσσα της ευρύτερης περιοχής.
Rheinisches Museum für Philologie (RhM) 62